ίημι

ίημι
ἵημι (Α)
1. κινώ, βάζω κάτι σε κίνηση, κάνω κάτι να κινηθεί γρήγορα («ἧκα πόδας καὶ χεῑρε φέρεσθαι», Ομ. Οδ.)
2. αφήνω κάτι να πέσει κάτω (α. «κὰδ δὲ κάρητος ἧκε κόμας» — άφησε τα μαλλιά να κρέμονται από το κεφάλι, Ομ. Οδ.)
3. στέλνω, αποστέλλω
4. βγάζω φωνή, προφέρω, μιλώ (α. «Ἑλλάδα γλῶσσαν ἵημι» — μιλώ Ελληνικά, Ηρόδ.
β. «ἀλόγως τὸ τᾱς εὐφάμου στόμα φροντίδος ἱέντες» — κινώντας τά χείλη μας χωρίς φωνή, αλλά με σιωπηλή αφοσίωση, Σοφ.)
4. (για μουσικά όργανα) ηχώ
5. ρίχνω, εκσφενδονίζω, εξακοντίζω, τοξεύω
6. (με γεν.) ρίχνω εναντίον κάποιου
7. (για ρεύμα ποταμού, δάκρυα, φωτιά ή καπνό) αφήνω να κυλά, χύνω, κάνω να τρέχει
8. τοποθετώ, βάζω «ἐν δέ τε φάρμακον ἧκε», Ομ. Οδ.)
9. μέσ. ἵεμαι
α) ορμώ, σπεύδω
β) μτφ. επιδιώκω κάτι, προθυμοποιούμαι να κάνω κάτι
γ) (με τη λ. θυμός) έχω στον νου μου κάτι, προτίθεμαι («βαλέειν δὲ ἑ ἵετο θυμός», Ομ. Ιλ.)
δ) (κυρίως με γεν.) επιθυμώ έντονα, ποθώ κάτι («ἱέμενοι νίκης», Ομ. Ιλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < -η-μι < *yi-yē-mi με σίγηοη τού ενδοφωνηεντικού -y- και τροπή τού αρκτικού y- σε δασεία. Ο αόρ. ἕηκα, ἧκα τού ρ. αντιστοιχεί στον λατ. αόρ. iē-ci «έριξα», τόσο μορφολογικά όσο και σημασιολογικά, και ανάγεται σε IE *yē- / 1, απ' όπου ελλ. *yi-yē-mi > -η-μι και λατ. *yә-cio > ia-cio. Πιθ. ο ενεστωτικός τ. ἵημι να σχηματίστηκε απευθείας από το ἧκα, αναλογικά προς το τίθημι - ἔθηκα. Κατ' άλλη άποψη, ο τ. ἵημι προέρχεται όχι από *yē αλλά από *se- «ρίχνω, πετώ», απ' όπου λατ. ρ. se-ro «σπέρνω». Η τελευταία αυτή άποψη, μολονότι προσκρούει στο ότι η ρίζα *se- απαντά στις δυτικές ΙΕ γλώσσες και με τη σημ. «σπέρνω», ενισχύεται από την ύπαρξη τού αρμεν. τ. himn «βάση» (< IE *sē-mn, πρβλ. και ελλ. ἧμα), με αποτέλεσμα να θεωρείται το ἵημι προϊόν συμφύρσεως τών ριζών *se- και yē-k. Στη μυκηναϊκή, τέλος, απαντά τ. ijesi «ἵενσι» και πιθ. ijeto «ἵετο». Ορισμένοι ρηματικοί τ. τού ἵημι, και ειδικά ο παθ. μέλλων, ο παθ. αόρ. και οι παρακείμενοι, ὅπως και πολλά παράγωγά του, μαρτυρούνται συχνότερα ή μόνο με προθέσεις παρά απλά (πρβλ. αφείκα, αφείθην, άνετος, εφέτης). Το ρ. εμφανίζεται στη Νέα Ελληνική μόνο ως β' συνθετικό (πρβλ. αφήνω) και κυρίως στη μέσ. φωνή (πρβλ. ενίεμαι, επαφίεμαι).
ΠΑΡ. αρχ. έσις (βλ. άφεση), ήμα, ήμων.
ΣΥΝΘ. (Β' συνθετικό) αρχ. ανίημι, ανταφίημι, αντεπαφίημι, απομεθίημι, αποπροΐημι, αφίημι, διαμεθίημι, διανίημι, διαφίημι, διενίημι, διεξίημι, διίημι, διυφίημι, εισαφίημι, εισίημι, εισκαθίημι, εκπροΐημι, εναφίημι, ενίημι, εξανίημι, εξαφίημι, εξεφίημι, εξίημι, επανίημι, επαφίημι, επενίημι, επικαθίημι, επιπροΐημι, εφίημι, καθίημι, καθυφίημι, καταφίημι, μεθίημι, παρακαθίημι, παραμεθίημι, παρανίημι, παραφίημι, παρεξίημι, παρίημι, προανίημι, προαφίημι, προενίημι, προεπαφίημι, προεφίημι, προΐημι, προκαθίημι, προμεθίημι, προσανίημι, προσαφίημι, προσενίημι, προσίημι, προσσυνίημι, συγκαθίημι, συμπροΐημι, συνανίημι, συναφίημι, συνεπαφίημι, συνεφίημι, συνίημι, υπανίημι, υπερανίημι, υπερίημι, υποκαθίημι, υφίημι].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ἵημι — Ja c io pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἕετον — ἵημι Ja c io imperf ind act 2nd dual (epic) ἵημι Ja c io pres imperat act 2nd dual ἵημι Ja c io pres ind act 3rd dual ἵημι Ja c io pres ind act 2nd dual ἵημι Ja c io imperf ind act 2nd dual (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἵετε — ἵημι Ja c io imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) ἵημι Ja c io pres imperat act 2nd pl ἵημι Ja c io pres ind act 2nd pl ἵ̱ετε , ἵημι Ja c io imperf ind act 2nd pl ἵημι Ja c io pres imperat act 2nd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἵης — ἵημι Ja c io imperf ind act 2nd sg (homeric ionic) ἵημι Ja c io pres ind act 2nd sg ἵ̱ης , ἵημι Ja c io imperf ind act 2nd sg ἵ̱ης , ἵημι Ja c io imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) ἵημι Ja c io imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) ἵ̱ης , ἱέω Ja …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἧτον — ἵημι Ja c io aor subj act 2nd dual ἵημι Ja c io aor subj act 3rd dual ἵημι Ja c io aor subj act 2nd dual ἵημι Ja c io aor subj act 3rd dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἵει — ἵημι Ja c io pres imperat act 2nd sg ἵημι Ja c io pres imperat act 2nd sg ἵ̱ει , ἵημι Ja c io imperf ind act 3rd sg (attic epic) ἵημι Ja c io imperf ind act 3rd sg (attic epic) ἵ̱ει , ἱέω Ja c io imperf ind act 3rd sg (attic epic) ἱέω Ja c io… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἵεσθε — ἵημι Ja c io imperf ind mp 2nd pl ἵημι Ja c io pres imperat mp 2nd pl ἵημι Ja c io pres ind mp 2nd pl ἵ̱εσθε , ἵημι Ja c io imperf ind mp 2nd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἵη — ἵημι Ja c io imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) ἵ̱η , ἵημι Ja c io imperf ind act 3rd sg ἵ̱η , ἵημι Ja c io imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) ἵημι Ja c io imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) ἵ̱η , ἱέω Ja c io imperf ind act 3rd sg (doric… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἕει — ἵημι Ja c io imperf ind act 3rd sg (epic) ἵημι Ja c io pres imperat act 2nd sg ἵημι Ja c io imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἕεμεν — ἵημι Ja c io imperf ind act 1st pl (epic) ἵημι Ja c io pres ind act 1st pl ἵημι Ja c io imperf ind act 1st pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”